Δρ Ιωάννης Παρίσης
Μια διαφορετική διάσταση των επιπτώσεων
της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής εμφανίζεται στον Βόρειο Πόλο, όπου το
λιώσιμο των πάγων δημιουργεί σταδιακά μια νέα κατάσταση, από πλευράς
διαμόρφωσης του ευρύτερου στρατηγικού περιβάλλοντος. Ήδη, η παγκόσμια
αλλαγή του κλίματος και οι εξαιτίας αυτής περιβαλλοντικές αλλαγές, έχουν
ως συνέπεια την μεταβολή της γεωγραφίας στην περιοχή του Βορείου Πόλου,
ενώ αναδύονται νέοι παγκόσμιοι γεωπολιτικοί παίκτες και νέα στρατηγικά
συμφέροντα.
Ένα νέο στρατηγικό περιβάλλον
Η Αρκτική περιοχή είχε παραμείνει στο
περιθώριο των διεθνών υποθέσεων και του πολιτισμού της ανθρωπότητας για
μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, η ιστορική απομόνωση της Αρκτικής
βαίνει πλέον προς οριστικό τέλος, χωρίς να είναι ακόμα σαφές αν αυτό θα
είναι για καλό ή για κακό. Στον 20ο αιώνα κάτι είχε αρχίσει να αλλάζει
στην Αρκτική. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε καταστεί πεδίο...
κύριου στρατηγικού ενδιαφέροντος, καθώς πυρηνικά υποβρύχια έπλεαν
αθόρυβα κάτω από τους πάγους ενώ εταιρίες πετρελαίου άρχισαν να
οσφραίνονται τις κερδοφόρες προοπτικές που δημιουργούνταν στον βορρά.
Η Αρκτική είναι μια τεράστια περιοχή, που καλύπτει πάνω από τον ένα έκτο
της χερσαίας μάζας της γης. Ο πληθυσμός της είναι περίπου 4 εκατομμύρια,
στα οποία περιλαμβάνονται πάνω από 30
διαφορετικοί αυτόχθονες λαοί με δεκάδες γλωσσών. Σήμερα γνωρίζουμε πλέον
ότι η Αρκτική είναι μια περιοχή με τεράστιους φυσικούς πόρους και πολύ
καθαρό περιβάλλον, συγκρινόμενο με πολλές περιοχές του κόσμου.
Εξειδικευμένα επιστημονικά ινστιτούτα εκτιμούν ότι η Αρκτική διαθέτει το
ένα τέταρτο των παγκοσμίως γνωστών αποθεμάτων υδρογονανθράκων. Περίπου
το 30% των διαπιστωμένων παγκοσμίων αποθεμάτων φυσικού αερίου και το 15%
του πετρελαίου βρίσκονται στην Αρκτική. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτών –το 84%– από τα εκτιμόμενα 90 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και
47,3 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου βρίσκονται σε υπεράκτιες
περιοχές της Αρκτικής. Το «άνοιγμα» της Αρκτικής εξαιτίας της τήξης των πάγων θα έχει σημαντικές στρατηγικές επιπτώσεις που εντοπίζονται σε δύο τομείς:
α) Βελτίωση της δυνατότητας προσέγγισης ενεργειακών και μεταλλευτικών πόρων:
Σύμφωνα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τη Θάλασσα, κάθε χώρα έχει κυριαρχικά
δικαιώματα επί των θαλασσίων και υποθαλασσίων πόρων εντός των 200
ναυτικών μιλίων από τα χωρικά της ύδατα. Υπάρχουν καταρχήν έξι χώρες με
ακτές εντός του Αρκτικού Κύκλου: Δανία (Γροιλανδία), Ηνωμένες Πολιτείες
(Αλάσκα), Ισλανδία, Καναδάς, Νορβηγία και Ρωσία. Σ’ αυτές έχουν
προστεθεί άλλες δύο (Σουηδία και Φινλανδία) που έχουν εδάφη εντός του
Αρκτικού Κύκλου. Στη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών, μεταξύ των χωρών
αυτών καθιερώθηκε ένα διεθνές πλαίσιο με την ίδρυση ενός Συμβουλίου
Αρκτικής (Artic Council) για τις δραστηριότητες που αφορούν στους
υδρογονάνθρακες που βρίσκονται στις υπεράκτιες περιοχές καθώς και για
την προώθηση της μεταξύ τους συνεργασίας. Ωστόσο έχουν προκύψει ήδη
αντιπαραθέσεις όπως κυρίως αυτές μεταξύ Ρωσίας-Νορβηγίας και
Καναδά-Δανίας σχετικά με τα δικαιώματα στη χωρική τους θάλασσα.
β) Συντόμευση των οδών ναυσιπλοΐας:
Το στρώμα πάγου που καλύπτει τον Βόρειο Πόλο έχει μειωθεί κατά 40% από
το 1980, δημιουργώντας σταδιακά (και καταρχήν τους θερινούς μήνες) δύο
κύριες οδούς ναυσιπλοΐας: την Βόρεια Θαλάσσια οδό (North Sea route) κατά
βάση παραλλήλως προς τις βόρειες σιβηρικές ακτές της Ρωσίας και τον
Βορειοδυτικό Δίαυλο (Northwest Passage) κατά βάση διά μέσου των βορείων
νήσων του Καναδά, με εξαιρετικά υψηλές οικονομικές προοπτικές.
Στρατηγικές και οικονομικές επιπτώσεις
Οι επιπτώσεις από τις εξελίξεις στην
Αρκτική στις επόμενες δεκαετίες θα είναι τεράστιες στην παγκόσμια
οικονομία αλλά και στην παγκόσμια ασφάλεια. Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ
έχουν άμεσα συμφέροντα στην περιοχή –οικονομικά και στρατηγικά- ενώ,
πλην της Ρωσίας, όλες οι χώρες που περιβάλλουν την Αρκτική είναι μέλη
τους ή σύμμαχοί τους. Σημαντικές επίσης στρατηγικές και οικονομικές
συνέπειες στη διάρκεια των επομένων δύο δεκαετιών θα υπάρξουν για τη
διεθνή ναυσιπλοΐα, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Η Αρκτική αναμένεται να γίνει πλεύσιμη κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών εξαιτίας της τήξης των πάγων. Σύμφωνα με το National Snow and Ice Data Center (NSIDC) του πανεπιστημίου του Κολοράντο (ΗΠΑ), εκτιμάται ότι η εποχιακή απελευθέρωση της Αρκτικής από πάγους θα αρχίσει από το 2060, αν και πιο πρόσφατες έρευνες εκτιμούν ότι αυτό μπορεί να αρχίσει πολύ πιο σύντομα. Ωστόσο, τα οφέλη από την εκμετάλλευση των πόρων και από τη ναυτιλία, δεν αναμένεται να προκύψουν πριν το 2025. Το Εθνικό Συμβούλιο Πετρελαίου των Ηνωμένων Πολιτειών (US National Petroleum Council) έχει δηλώσει ότι κάποιες από τις τεχνολογίες για την εκμετάλλευση του πετρελαίου στην Αρκτική περιοχή ίσως να μην είναι έτοιμες μέχρι το 2050.
Η Αρκτική αναμένεται να γίνει πλεύσιμη κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών εξαιτίας της τήξης των πάγων. Σύμφωνα με το National Snow and Ice Data Center (NSIDC) του πανεπιστημίου του Κολοράντο (ΗΠΑ), εκτιμάται ότι η εποχιακή απελευθέρωση της Αρκτικής από πάγους θα αρχίσει από το 2060, αν και πιο πρόσφατες έρευνες εκτιμούν ότι αυτό μπορεί να αρχίσει πολύ πιο σύντομα. Ωστόσο, τα οφέλη από την εκμετάλλευση των πόρων και από τη ναυτιλία, δεν αναμένεται να προκύψουν πριν το 2025. Το Εθνικό Συμβούλιο Πετρελαίου των Ηνωμένων Πολιτειών (US National Petroleum Council) έχει δηλώσει ότι κάποιες από τις τεχνολογίες για την εκμετάλλευση του πετρελαίου στην Αρκτική περιοχή ίσως να μην είναι έτοιμες μέχρι το 2050.
Δύο
κυρίως χώρες εμφανίζονται να είναι οι «νικητές» στο θέμα της ανόδου της
θερμοκρασίας στην Αρκτική. Η Ρωσία και ο Καναδάς. Η πρώτη έχει τεράστια
ανεκμετάλλευτα αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου στη Σιβηρία
καθώς επίσης και στην ανοικτή θάλασσα της Αρκτικής, τα οποία η άνοδος
της θερμοκρασίας θα τα κάνει περισσότερο προσεγγίσιμα. Αυτό θα σημάνει
τεράστιο όφελος στη ρωσική οικονομία, καθώς σήμερα το 80% των εξαγωγών
της χώρας και το 32% των δημοσίων εσόδων της προέρχονται από την
παραγωγή ενέργειας και γενικότερα πρώτων υλών. Επιπροσθέτως, το άνοιγμα
της θαλάσσιας οδού θα μπορούσε να προσφέρει οικονομικά και εμπορικά
πλεονεκτήματα. Ωστόσο, η Ρωσία θα μπορούσε να υποστεί ζημιές στις
υποδομές της από την τήξη της αρκτικής τούνδρας, ενώ θα χρειαστεί νέες
προηγμένες τεχνολογίες για την ανάπτυξη των ενεργειακών αποθεμάτων της
περιοχής.
Ο Καναδάς θα απαλλαγεί από κάποιες σοβαρές δαπάνες υποδομών που σχετίζονται με το κλίμα της Βόρειας Αμερικής – σφοδρούς τυφώνες και έντονα θερμά ρεύματα – ενώ η αλλαγή του κλίματος θα μπορούσε να απελευθερώσει εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα προς ανάπτυξη. Επίσης, αναμένεται να βελτιωθεί η προσέγγιση του πλούσιου σε πόρους Κόλπου του Χούντσον, ενώ η γεωγραφική θέση της χώρας πέριξ του Πόλου, που περιβάλει ένα μεγάλο τμήμα της θερμαινόμενης Αρκτικής θα μπορούσε να αποτελέσει γεωπολιτικό και οικονομικό πλεονέκτημα. Επιπλέον θα επιμηκυνθούν οι περίοδοι γεωργίας, θα μειωθούν κάποια ενεργειακά δίκτυα θέρμανσης, και θα επεκταθούν δασικές εκτάσεις μέσα στην τούνδρα.
Κατά τα τελευταία έτη, η ρωσική ισχύς έχει προβληθεί στην Αρκτική περιοχή με πολιτικά και οικονομικά μέσα. Αυτή η προβολή ισχύος έχει ταυτοχρόνως πολιτική, βιομηχανική, τεχνολογική, στρατιωτική αλλά και συμβολική μορφή. Για παράδειγμα, οι κρατικές γιγαντιαίες εταιρίες ενέργειας Gazprom και Rosneft εφαρμόζουν βιομηχανικές στρατηγικές που αποσκοπούν στη διεκδίκηση της περιοχής για το ενεργειακό μέλλον της Ρωσίας. Η «διεκδίκηση» άρχισε επισήμως το 2007, όταν μια μεταλλική ρωσική σημαία στήθηκε στο άκρο της υφαλογραμμής Lomonossov, προκειμένου να δείξει στον κόσμο ότι το τμήμα αυτό της Αρκτικής είναι υπό την κυριαρχία της Ρωσίας. Από τότε η Μόσχα διαπραγματεύεται συνεχώς με την Θαλάσσια Επιτροπή του ΟΗΕ για την εξασφάλιση της εκμετάλλευσης στις θάλασσες του Μπάρεντς, του Καράλ και του Οκότσκ. Αυτός ο διεθνής θαλάσσιος χώρος έχει εξασφαλίσει για τη Ρωσία δικαιώματα επί μιας περιοχής 52.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων που κανονικά ανήκει στην πέραν της ρωσικής ΑΟΖ ζώνη.
Στον
χάρτη φαίνονται οι ενδεχόμενες εθνικές διεκδικήσεις των παράκτιων
χωρών, δηλαδή οι πέραν των 200 μιλίων. Φαίνεται ότι εγγύτερα προς τον
Πόλο είναι η Γροιλανδία (Δανία). Πέραν των ορίων της ρωσικής ΑΟΖ (εντός
της κίτρινης περιοχής) εκτείνονται δύο υφαλογραμμές (γεωλογικές
συνέχειες): η Lomonosov και η Mendeleyev.
Ειδικώς η πρώτη εκτείνεται πολύ πέραν της ρωσικής ΑΟΖ, προς την
Γροιλανδία. Τι σημαίνει αυτό; Ότι η Ρωσία, εφόσον αποδείξει ότι η
υφαλογραμμή αποτελεί γεωλογική συνέχεια του εδάφους της, μπορεί να
προβεί σε εκμετάλλευση πόρων. Αυτό βεβαίως είναι κάτι που θα προκαλέσει
μεγάλη αντιπαράθεση.
Ο Καναδάς θα απαλλαγεί από κάποιες σοβαρές δαπάνες υποδομών που σχετίζονται με το κλίμα της Βόρειας Αμερικής – σφοδρούς τυφώνες και έντονα θερμά ρεύματα – ενώ η αλλαγή του κλίματος θα μπορούσε να απελευθερώσει εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα προς ανάπτυξη. Επίσης, αναμένεται να βελτιωθεί η προσέγγιση του πλούσιου σε πόρους Κόλπου του Χούντσον, ενώ η γεωγραφική θέση της χώρας πέριξ του Πόλου, που περιβάλει ένα μεγάλο τμήμα της θερμαινόμενης Αρκτικής θα μπορούσε να αποτελέσει γεωπολιτικό και οικονομικό πλεονέκτημα. Επιπλέον θα επιμηκυνθούν οι περίοδοι γεωργίας, θα μειωθούν κάποια ενεργειακά δίκτυα θέρμανσης, και θα επεκταθούν δασικές εκτάσεις μέσα στην τούνδρα.
Κατά τα τελευταία έτη, η ρωσική ισχύς έχει προβληθεί στην Αρκτική περιοχή με πολιτικά και οικονομικά μέσα. Αυτή η προβολή ισχύος έχει ταυτοχρόνως πολιτική, βιομηχανική, τεχνολογική, στρατιωτική αλλά και συμβολική μορφή. Για παράδειγμα, οι κρατικές γιγαντιαίες εταιρίες ενέργειας Gazprom και Rosneft εφαρμόζουν βιομηχανικές στρατηγικές που αποσκοπούν στη διεκδίκηση της περιοχής για το ενεργειακό μέλλον της Ρωσίας. Η «διεκδίκηση» άρχισε επισήμως το 2007, όταν μια μεταλλική ρωσική σημαία στήθηκε στο άκρο της υφαλογραμμής Lomonossov, προκειμένου να δείξει στον κόσμο ότι το τμήμα αυτό της Αρκτικής είναι υπό την κυριαρχία της Ρωσίας. Από τότε η Μόσχα διαπραγματεύεται συνεχώς με την Θαλάσσια Επιτροπή του ΟΗΕ για την εξασφάλιση της εκμετάλλευσης στις θάλασσες του Μπάρεντς, του Καράλ και του Οκότσκ. Αυτός ο διεθνής θαλάσσιος χώρος έχει εξασφαλίσει για τη Ρωσία δικαιώματα επί μιας περιοχής 52.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων που κανονικά ανήκει στην πέραν της ρωσικής ΑΟΖ ζώνη.
Ο κινεζικός παράγων
Μεταξύ των σημαντικών στρατηγικών
συνέπειών στη διάρκεια των επομένων δύο δεκαετιών θα είναι μάλλον το
ότι, χώρες σχετικά μεγάλες, εμπορικές και πλούσιες, αλλά με έλλειψη
πόρων, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, κι η Κορέα θα ωφεληθούν από την αύξηση
των ενεργειακών πόρων μιας «ανοικτής» Αρκτικής αλλά και τη μείωση των
αποστάσεων διακίνησης του εμπορίου τους διά θαλάσσης. Οι προοπτικές αυτές έχουν οδηγήσει την κυβέρνηση της Κίνας στο να
διαθέσει περισσότερους πόρους για έρευνα στον Βόρειο Πόλο. Κινέζοι
πανεπιστημιακοί ενθαρρύνουν την κυβέρνησή τους να ενημερωθεί πλήρως για
τις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές επιπτώσεις της
χρησιμοποίησης συντομότερων θαλασσίων οδών και ανεκμετάλλευτων
ενεργειακών πόρων. Από την άλλη, η εμμονή της Κίνας σε ότι αφορά την
«κυριαρχία» ως βασικής αρχής των διεθνών σχέσεων, τη δυσκολεύει στο να
θέσει υπό αμφισβήτηση τα εδαφικά κυριαρχικά δικαιώματα των αρκτικών
χωρών. Επιπλέον, γνωρίζει ότι το μέγεθός της και η ανάδειξή της σε κύρια
παγκόσμια δύναμη προκαλεί νευρικότητα στις μικρότερες χώρες, αλλά
ταυτοχρόνως επιδιώκει να πάρει θέση έτσι ώστε να μη μπορεί να εξαιρεθεί
από την προσέγγιση-εκμετάλλευση της Αρκτικής.
Από την άποψη του Πεκίνου, μια Αρκτική απαλλαγμένη από πάγους θα αυξήσει την αξία των ισχυρών δεσμών και της ευρύτερης συνεργασίας με τις χώρες της περιοχής. Το ενδιαφέρον της Κίνας για την αρκτική περιοχή έχει ήδη ανησυχήσει μικρότερα κυρίως μέλη του Συμβουλίου Αρκτικής τα οποία δείχνουν να ενδιαφέρονται για μια ειδική σχέση μαζί της, στην οποία θα εμπλακούν Κινέζοι κυβερνητικοί και πανεπιστημιακοί ειδικοί στα θέματα της Αρκτικής που κυμαίνονται από την αλλαγή του κλίματος και τις επιχειρήσεις διάσωσης στη θάλασσα, μέχρι τις θαλάσσιες εμπορικές οδούς και την εξερεύνηση πόρων. Η Κίνα έχει ήδη τη μεγαλύτερη ξένη πρεσβεία στο Ρέικιαβικ, προσδοκώντας ότι η Ισλανδία θα καταστεί στο μέλλον κύριο ναυτιλιακό κέντρο. Στις 15 Μαρτίου 2013, η Κίνα και η Ισλανδία υπέγραψαν μια διμερή εμπορική συμφωνία, τρεις μήνες πριν η Κίνα καταστεί «μόνιμος παρατηρητής» στο Συμβούλιο Αρκτικής και ενώ το “Snow Dragon”, το πρώτο κινέζικο παγοθραυστικό έχει ήδη πραγματοποιήσει, από το 1999, τέσσερα ταξίδια στη διαδρομή της Βόρειας θαλάσσιας οδού. Εν τω μεταξύ η China National Offshore Oil Corporation ανακοίνωσε μια συμφωνία συνεργασίας με την ισλανδική εταιρία Eykon Energy με σκοπό την εξερεύνηση των νοτιοανατολικών ακτών της Ισλανδίας. Άλλες συμφωνίες συνεργασίες της Κίνας με χώρες της Αρκτικής αφορούν στην εξόρυξη ορυκτών στο έδαφος της Γροιλανδίας, καθώς και ερευνητικά προγράμματα. Το προηγούμενο χρόνο ανακοίνωσε ότι το Polar Research Institute της Κίνας θα ιδρύσει στη Σαγκάη το China-Nordic Arctic Research Center το οποίο θα συνεργάζεται με ερευνητικά κέντρα της Νορβηγίας για τη μελέτη της αλλαγής του κλίματος, τις επιπτώσεις της και τις επιθυμητές πολιτικές και νομοθεσίες.
Δεδομένου ότι η οικονομία της Κίνας βασίζεται στο εξωτερικό εμπόριο, θα ήταν ιδιαίτερα θετικές αν οι δρόμοι της ναυσιπλοΐας γίνονταν συντομότεροι κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών κάθε χρόνο. Περίπου το μισό του ΑΕΠ της Κίνας εξαρτάται από τη ναυτιλία. Το ταξίδι από τη Σαγκάη στο Αμβούργο μέσω της Αρκτικής θα είναι συντομότερο κατά 6.400 χιλιόμετρα από ότι μέσω του Ινδικού ωκεανού και του Σουέζ. Αλλά και ασφαλέστερο, με παράλληλη μείωση των εξόδων για ασφάλεια, που σήμερα δαπανώνται εξαιτίας της πειρατείας. Δυτικές αναλύσεις επισημαίνουν την προσέγγιση Ρωσίας και Κίνας για συνεργασία στην εκμετάλλευση των πόρων και των λοιπών πλεονεκτημάτων που προσφέρουν και θα προσφέρουν στο μέλλον οι γεωφυσικές αλλαγές στην Αρκτική. Για παράδειγμα, μετά την ιστορική συμφωνία του Μαΐου 2014, ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της Ρωσικής Gazprom και της Κίνας, μέσω της οποίας η Ρωσία θα εφοδιάζει την Κίνα με πετρέλαιο και φυσικό αέριο για 30 χρόνια, ανακοινώθηκε ότι εταιρίες των δύο χωρών προσδοκούν να εξερευνήσουν κα να αναπτύξουν τη Ρωσική Άπω Ανατολή, η οποία αποτελεί μέρος της Αρκτικής ή είναι πολύ κοντά σ’ αυτήν.
Από την άποψη του Πεκίνου, μια Αρκτική απαλλαγμένη από πάγους θα αυξήσει την αξία των ισχυρών δεσμών και της ευρύτερης συνεργασίας με τις χώρες της περιοχής. Το ενδιαφέρον της Κίνας για την αρκτική περιοχή έχει ήδη ανησυχήσει μικρότερα κυρίως μέλη του Συμβουλίου Αρκτικής τα οποία δείχνουν να ενδιαφέρονται για μια ειδική σχέση μαζί της, στην οποία θα εμπλακούν Κινέζοι κυβερνητικοί και πανεπιστημιακοί ειδικοί στα θέματα της Αρκτικής που κυμαίνονται από την αλλαγή του κλίματος και τις επιχειρήσεις διάσωσης στη θάλασσα, μέχρι τις θαλάσσιες εμπορικές οδούς και την εξερεύνηση πόρων. Η Κίνα έχει ήδη τη μεγαλύτερη ξένη πρεσβεία στο Ρέικιαβικ, προσδοκώντας ότι η Ισλανδία θα καταστεί στο μέλλον κύριο ναυτιλιακό κέντρο. Στις 15 Μαρτίου 2013, η Κίνα και η Ισλανδία υπέγραψαν μια διμερή εμπορική συμφωνία, τρεις μήνες πριν η Κίνα καταστεί «μόνιμος παρατηρητής» στο Συμβούλιο Αρκτικής και ενώ το “Snow Dragon”, το πρώτο κινέζικο παγοθραυστικό έχει ήδη πραγματοποιήσει, από το 1999, τέσσερα ταξίδια στη διαδρομή της Βόρειας θαλάσσιας οδού. Εν τω μεταξύ η China National Offshore Oil Corporation ανακοίνωσε μια συμφωνία συνεργασίας με την ισλανδική εταιρία Eykon Energy με σκοπό την εξερεύνηση των νοτιοανατολικών ακτών της Ισλανδίας. Άλλες συμφωνίες συνεργασίες της Κίνας με χώρες της Αρκτικής αφορούν στην εξόρυξη ορυκτών στο έδαφος της Γροιλανδίας, καθώς και ερευνητικά προγράμματα. Το προηγούμενο χρόνο ανακοίνωσε ότι το Polar Research Institute της Κίνας θα ιδρύσει στη Σαγκάη το China-Nordic Arctic Research Center το οποίο θα συνεργάζεται με ερευνητικά κέντρα της Νορβηγίας για τη μελέτη της αλλαγής του κλίματος, τις επιπτώσεις της και τις επιθυμητές πολιτικές και νομοθεσίες.
Δεδομένου ότι η οικονομία της Κίνας βασίζεται στο εξωτερικό εμπόριο, θα ήταν ιδιαίτερα θετικές αν οι δρόμοι της ναυσιπλοΐας γίνονταν συντομότεροι κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών κάθε χρόνο. Περίπου το μισό του ΑΕΠ της Κίνας εξαρτάται από τη ναυτιλία. Το ταξίδι από τη Σαγκάη στο Αμβούργο μέσω της Αρκτικής θα είναι συντομότερο κατά 6.400 χιλιόμετρα από ότι μέσω του Ινδικού ωκεανού και του Σουέζ. Αλλά και ασφαλέστερο, με παράλληλη μείωση των εξόδων για ασφάλεια, που σήμερα δαπανώνται εξαιτίας της πειρατείας. Δυτικές αναλύσεις επισημαίνουν την προσέγγιση Ρωσίας και Κίνας για συνεργασία στην εκμετάλλευση των πόρων και των λοιπών πλεονεκτημάτων που προσφέρουν και θα προσφέρουν στο μέλλον οι γεωφυσικές αλλαγές στην Αρκτική. Για παράδειγμα, μετά την ιστορική συμφωνία του Μαΐου 2014, ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της Ρωσικής Gazprom και της Κίνας, μέσω της οποίας η Ρωσία θα εφοδιάζει την Κίνα με πετρέλαιο και φυσικό αέριο για 30 χρόνια, ανακοινώθηκε ότι εταιρίες των δύο χωρών προσδοκούν να εξερευνήσουν κα να αναπτύξουν τη Ρωσική Άπω Ανατολή, η οποία αποτελεί μέρος της Αρκτικής ή είναι πολύ κοντά σ’ αυτήν.
Η στρατικοποίηση της Αρκτικής
Η αλλαγή του κλίματος και επιπτώσεις της
στη στρατηγική και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, έχει αποκτήσει
ξεχωριστό ενδιαφέρον. Ειδικώς στην Αρκτική, όλοι προετοιμάζονται για
έναν νέου είδους Ψυχρό Πολέμου, εκτιμώντας ότι η αύξηση της θερμοκρασίας
στην περιοχή αυτή θα επιτρέψει την προσέγγιση ενός θησαυρού πόρων και
σημαντικές γραμμές ναυσιπλοΐας. Επισημαίνεται ότι τα πέντε από τα οκτώ
πλήρη μέλη του Συμβουλίου Αρκτικής είναι και μέλη του ΝΑΤΟ, ενώ άλλα δύο
(Σουηδία και Φινλανδία) είναι οιονεί σύμμαχοι. Τον Μάιο του 2009, κατά την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ στο Όσλο,
ο υπουργός Άμυνας της Νορβηγίας κάλεσε τη Συμμαχία να αυξήσει τον ρόλο
της στο βορρά, λόγω των νέων δεδομένων που δημιουργούνται. Ο Νορβηγός
υπουργός επεσήμανε ότι η δημιουργία νέων θαλασσίων γραμμών επικοινωνιών
που δημιουργεί το λιώσιμο των πάγων, θα αυξήσει τη σημασία της περιοχής
από στρατιωτικο-οικονομικής πλευράς, ενώ οι υφιστάμενες ή ενδεχόμενες
αντιπαραθέσεις συμφερόντων στην περιοχή θα υποσκάψουν την σταθερότητά
της. Ζήτησε επίσης την μεγαλύτερη παρουσία της Συμμαχίας στην περιοχή
καθώς και βελτίωση των δυνατοτήτων στους τομείς της δορυφορικής
επισκόπησης-παρατήρησης, των δορυφορικών επικοινωνιών και της έρευνας
και διάσωσης.
Το ΝΑΤΟ ήταν επόμενο να αναπτύξει σχετικές με την Αρκτική πρωτοβουλίες. Τον Οκτώβριο του 2010, οργανώθηκε με μέριμνα του Προγράμματος Science for Peace and Security (SPS) του ΝΑΤΟ ένα συνέδριο, στο Ινστιτούτο Scott Polar Research του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, όπου αναλύθηκε το μεταβαλλόμενο περιβάλλον της Αρκτικής και παρουσιάσθηκαν οι ενδεχόμενες οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές επιπτώσεις τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο συνέδριο αυτό συμμετείχαν περισσότεροι από 80 ειδικοί από το ΝΑΤΟ αλλά και από χώρες-εταίρους συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας και της Κίνας. Από την πλευρά τους, οι Κινέζοι δεν παραλείπουν να αναφέρονται στη σημαντική στρατιωτική αξία της Αρκτικής, «κάτι που αναγνωρίζουν οι άλλες χώρες της περιοχής». Ανώτατος Κινέζος στρατιωτικός επισήμανε το 2011, ότι η αυξανόμενη σημασία από στρατιωτικής πλευράς, μιας Αρκτικής χωρίς πάγους, αντανακλάται πράγματι σε αποφάσεις των παράκτιων κρατών, κατά τα τελευταία χρόνια, για την ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων τους στην Αρκτική. Πράγματι, η επισήμανση του Κινέζου στρατιωτικού δεν ήταν χωρίς βάση, δεδομένου ότι :
• Τον Αύγουστο του 2007 ο Καναδάς ανακοίνωσε ότι εγκαθιστούσε ένα αρκτικό στρατιωτικό κέντρο εκπαίδευσης. Στην επίσημη ιστοσελίδα των καναδικών ενόπλων δυνάμεων αναφέρεται ότι «πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διεξάγουν επιχειρήσεις στην Αρκτική και να υποστηρίζουν άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες, απαντώντας σε κάθε πρόκληση που μπορεί να ανακύψει».
• Τον Μάρτιο του 2007 η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα εγκαθιστούσε μια στρατιωτική δύναμη για την προστασία των συμφερόντων της στην Αρκτική.
• Τον Ιούλιο 2009 το Κοινοβούλιο της Δανίας ενέκρινε ένα σχέδιο για την εγκατάσταση αρκτικής στρατιωτικής διοίκησης και δυνάμεων μέχρι το 2014 στη Γροιλανδία και στις νήσους Φαρόες. Ωστόσο κάποιες αντιδράσεις και νεότερες εκτιμήσεις οδήγησαν στη δημιουργία μιας Αρκτικής Διοίκησης στη Γροιλανδία.
• Τον Αύγουστο του 2009 η Νορβηγία μετακίνησε τη Κέντρο Επιχειρησιακής Διοίκησης των ενόπλων δυνάμεων της χώρας από το νότο (Στάβανγκερ) στο βορρά (Μπόντο), σε ένα συγκρότημα που κατασκευάστηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για την προστασία από πυρηνική επίθεση.
• Τον Νοέμβριο 2009 το Ναυτικό των ΗΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα τον πρώτο του «οδικό χάρτη» για την πολιτική, τη στρατηγική και τις επενδύσεις του στην Αρκτική. Το 2013 εκδόθηκε πλέον και το κείμενο εθνικής στρατηγικής (National Strategy for the Arctic Region), στο οποίο διατυπώνονται οι στρατηγικές προτεραιότητες των ΗΠΑ για την Αρκτική περιοχή.
Το ΝΑΤΟ ήταν επόμενο να αναπτύξει σχετικές με την Αρκτική πρωτοβουλίες. Τον Οκτώβριο του 2010, οργανώθηκε με μέριμνα του Προγράμματος Science for Peace and Security (SPS) του ΝΑΤΟ ένα συνέδριο, στο Ινστιτούτο Scott Polar Research του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, όπου αναλύθηκε το μεταβαλλόμενο περιβάλλον της Αρκτικής και παρουσιάσθηκαν οι ενδεχόμενες οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές επιπτώσεις τόσο σε περιφερειακό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο συνέδριο αυτό συμμετείχαν περισσότεροι από 80 ειδικοί από το ΝΑΤΟ αλλά και από χώρες-εταίρους συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας και της Κίνας. Από την πλευρά τους, οι Κινέζοι δεν παραλείπουν να αναφέρονται στη σημαντική στρατιωτική αξία της Αρκτικής, «κάτι που αναγνωρίζουν οι άλλες χώρες της περιοχής». Ανώτατος Κινέζος στρατιωτικός επισήμανε το 2011, ότι η αυξανόμενη σημασία από στρατιωτικής πλευράς, μιας Αρκτικής χωρίς πάγους, αντανακλάται πράγματι σε αποφάσεις των παράκτιων κρατών, κατά τα τελευταία χρόνια, για την ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων τους στην Αρκτική. Πράγματι, η επισήμανση του Κινέζου στρατιωτικού δεν ήταν χωρίς βάση, δεδομένου ότι :
• Τον Αύγουστο του 2007 ο Καναδάς ανακοίνωσε ότι εγκαθιστούσε ένα αρκτικό στρατιωτικό κέντρο εκπαίδευσης. Στην επίσημη ιστοσελίδα των καναδικών ενόπλων δυνάμεων αναφέρεται ότι «πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διεξάγουν επιχειρήσεις στην Αρκτική και να υποστηρίζουν άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες, απαντώντας σε κάθε πρόκληση που μπορεί να ανακύψει».
• Τον Μάρτιο του 2007 η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα εγκαθιστούσε μια στρατιωτική δύναμη για την προστασία των συμφερόντων της στην Αρκτική.
• Τον Ιούλιο 2009 το Κοινοβούλιο της Δανίας ενέκρινε ένα σχέδιο για την εγκατάσταση αρκτικής στρατιωτικής διοίκησης και δυνάμεων μέχρι το 2014 στη Γροιλανδία και στις νήσους Φαρόες. Ωστόσο κάποιες αντιδράσεις και νεότερες εκτιμήσεις οδήγησαν στη δημιουργία μιας Αρκτικής Διοίκησης στη Γροιλανδία.
• Τον Αύγουστο του 2009 η Νορβηγία μετακίνησε τη Κέντρο Επιχειρησιακής Διοίκησης των ενόπλων δυνάμεων της χώρας από το νότο (Στάβανγκερ) στο βορρά (Μπόντο), σε ένα συγκρότημα που κατασκευάστηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για την προστασία από πυρηνική επίθεση.
• Τον Νοέμβριο 2009 το Ναυτικό των ΗΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα τον πρώτο του «οδικό χάρτη» για την πολιτική, τη στρατηγική και τις επενδύσεις του στην Αρκτική. Το 2013 εκδόθηκε πλέον και το κείμενο εθνικής στρατηγικής (National Strategy for the Arctic Region), στο οποίο διατυπώνονται οι στρατηγικές προτεραιότητες των ΗΠΑ για την Αρκτική περιοχή.
Τον Δεκέμβριο του 2013 ο Πρόεδρος της Ρωσίας
Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Υπουργός Άμυνας ανακοίνωσαν την περαιτέρω
στρατικοποίηση της Αρκτικής, με κύριο στοιχείο την δημιουργία ενός
Συγκροτήματος Δυνάμεων Αρκτικής. Αυτές θα χρησιμοποιούν προ-τοποθετημένα
υλικά και προσωπικό αντί της μόνιμης στάθμευσης μεγάλων μονάδων σε
πολικές συνθήκες. Η κίνηση αυτή ακολούθησε την ανακοίνωση του Καναδά,
λίγες μέρες πριν, ότι προτίθεται να επεκτείνει τα δικαιώματά του στην
πολική περιοχή. Το ζήτημα είχε προηγουμένως συζητηθεί στο ΝΑΤΟ, για το
ενδεχόμενο μιας συμμαχικής δράσης, δεδομένης της πιθανής στρατιωτικής
διάστασης.
Σημειώνεται ότι στην περιοχή της Αρκτικής η Ρωσία διαθέτει τον Βόρειο Στόλο, τον ισχυρότερο από τους στόλους της, με βάση το Σεβερομόρσκ, στην ανατολική ακτή της σκανδιναβικής χερσονήσου. Ο στόλος αυτός, με ναυαρχίδα το πυρηνοκίνητο καταδρομικό «Μέγας Πέτρος», διαθέτει το μοναδικό αεροπλανοφόρο της Ρωσίας («Ναύαρχος Κουζνέτσωφ), 44 υποβρύχια διαφόρων μεγεθών, τα περισσότερα εκ των οποίων πυρηνοκίνητα και 38 πλοία επιφανείας κάθε είδους. Πρόκειται φυσικά για την μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στην περιοχή, κάτι που αιτιολογεί την φράση του Προέδρου Πούτιν: «Η Ρωσία είναι η Αρκτική δύναμη και είναι έτοιμη για ανάπτυξη στενών σχέσεων συνεργασίας εντός του Συμβουλίου Αρκτικής». Μόλις στις αρχές του Σεπτεμβρίου 2014 έγινε γνωστό ότι ένα μικρό ναυτικό συγκρότημα, αποτελούμενο από πέντε πλοία, αποσπάστηκε από τη βάση του Βόρειου Στόλου προκειμένου να εγκατασταθεί μονίμως στις Νέες Σιβηρικές Νήσους, βορείως της ανατολικής Σιβηρίας. Είναι σαφές ότι η Ρωσία ενισχύει την ναυτική παρουσία της στην Αρκτική καθώς αναμένεται ότι οι λοιπές χώρες θα εκφράσουν διεκδικήσεις επί των πλούσιων φυσικών πόρων της περιοχής. * * *
Η Αρκτική περιοχή συνιστά το τελευταίο παγκόσμιο σύνορο και μία περιοχή με τεράστιες και αυξανόμενες επιπτώσεις στα θέματα της γεωστρατηγικής, της οικονομίας, του κλίματος, του περιβάλλοντος και της ασφάλειας. Στα χρόνια που ακολουθούν θα γίνουμε μάρτυρες μιας κλιμάκωσης των εμπορικών συναλλαγών στην Αρκτική, καθώς κρατικοί και ιδιωτικοί τομείς θα επιδιώκουν να εξορύξουν και να αποκτήσουν φυσικούς πόρους. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την ανάπτυξη εμπορικών υποδομών στην περιοχή, η οποία με τη σειρά της θα συμβάλει στην ανάδειξη των οδών ναυσιπλοΐας διά μέσου της Αρκτικής, οι οποίες θα είναι προτιμότερες καθώς οι πάγοι θα λιώνουν. Τα συμφέροντα κάθε μορφής είναι τεράστια και η αντιπαράθεση έχει ήδη αρχίσει να εμφανίζεται. Το βέβαιο είναι ότι βρισκόμαστε στην αρχή ενός ιδιότυπου Ψυχρού Πολέμου που μάλιστα συμβαίνει σε μία από τις δύο πιο ψυχρές περιοχές του πλανήτη μας.
Σημειώνεται ότι στην περιοχή της Αρκτικής η Ρωσία διαθέτει τον Βόρειο Στόλο, τον ισχυρότερο από τους στόλους της, με βάση το Σεβερομόρσκ, στην ανατολική ακτή της σκανδιναβικής χερσονήσου. Ο στόλος αυτός, με ναυαρχίδα το πυρηνοκίνητο καταδρομικό «Μέγας Πέτρος», διαθέτει το μοναδικό αεροπλανοφόρο της Ρωσίας («Ναύαρχος Κουζνέτσωφ), 44 υποβρύχια διαφόρων μεγεθών, τα περισσότερα εκ των οποίων πυρηνοκίνητα και 38 πλοία επιφανείας κάθε είδους. Πρόκειται φυσικά για την μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στην περιοχή, κάτι που αιτιολογεί την φράση του Προέδρου Πούτιν: «Η Ρωσία είναι η Αρκτική δύναμη και είναι έτοιμη για ανάπτυξη στενών σχέσεων συνεργασίας εντός του Συμβουλίου Αρκτικής». Μόλις στις αρχές του Σεπτεμβρίου 2014 έγινε γνωστό ότι ένα μικρό ναυτικό συγκρότημα, αποτελούμενο από πέντε πλοία, αποσπάστηκε από τη βάση του Βόρειου Στόλου προκειμένου να εγκατασταθεί μονίμως στις Νέες Σιβηρικές Νήσους, βορείως της ανατολικής Σιβηρίας. Είναι σαφές ότι η Ρωσία ενισχύει την ναυτική παρουσία της στην Αρκτική καθώς αναμένεται ότι οι λοιπές χώρες θα εκφράσουν διεκδικήσεις επί των πλούσιων φυσικών πόρων της περιοχής. * * *
Η Αρκτική περιοχή συνιστά το τελευταίο παγκόσμιο σύνορο και μία περιοχή με τεράστιες και αυξανόμενες επιπτώσεις στα θέματα της γεωστρατηγικής, της οικονομίας, του κλίματος, του περιβάλλοντος και της ασφάλειας. Στα χρόνια που ακολουθούν θα γίνουμε μάρτυρες μιας κλιμάκωσης των εμπορικών συναλλαγών στην Αρκτική, καθώς κρατικοί και ιδιωτικοί τομείς θα επιδιώκουν να εξορύξουν και να αποκτήσουν φυσικούς πόρους. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την ανάπτυξη εμπορικών υποδομών στην περιοχή, η οποία με τη σειρά της θα συμβάλει στην ανάδειξη των οδών ναυσιπλοΐας διά μέσου της Αρκτικής, οι οποίες θα είναι προτιμότερες καθώς οι πάγοι θα λιώνουν. Τα συμφέροντα κάθε μορφής είναι τεράστια και η αντιπαράθεση έχει ήδη αρχίσει να εμφανίζεται. Το βέβαιο είναι ότι βρισκόμαστε στην αρχή ενός ιδιότυπου Ψυχρού Πολέμου που μάλιστα συμβαίνει σε μία από τις δύο πιο ψυχρές περιοχές του πλανήτη μας.
https://parisis.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Οι απόψεις - τοποθετήσεις - σχόλια γίνονται με δική σας ευθύνη.