papaparisis
---> Η ανάρτηση απόψεων και άρθρων δεν σημαίνει και υιοθέτηση των αναγραφομένων. <----

2018-02-24

Η Συνθήκη του Βερολίνου (1878)

Επεκτάσεις της Ελλάδος
«Ἀγαπῶ, λατρεύω καὶ θαυμάζω τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα καὶ ἐκτιμῶ τὴν νεωτέραν, ἀλλά ἐπιθυμῶν τὸ μεγαλεῖον τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος, τὸ ἐπιθυμῶ ὄχι ὡς ἱδεολόγος, ἀλλά ὡς πρακτικός πολιτικός, διότι εἰς τοῦτο βλέπω τὸ συμφέρον τῆς πατρίδος μου». Λέων Γαμβέττας (1838-1882) πρωθυπουργός της Γαλλίας, την εποχή του συνεδρίου του Βερολίνου.
Την 13η Ιουλ. 1878, υπεγράφη στο Βερολίνο η ομώνυμη συνθήκη μεταξύ της  Αυστρο-Ουγγαρίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιταλίας, της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η συνθήκη αποτέλεσε την καταλυτική πράξη του συνεδρίου του Βερολίνου που διήρκησε 30 ημέρες. Οι σύνεδροι ασχολήθηκαν κυρίως με την ίδρυση του Βουλγαρικού κράτους και με την αναγνώριση της Ρουμανίας, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου ως ανεξαρτήτων κρατών. Η συνθήκη προέβλεπε επίσης την προσάρτηση της Θεσσαλίας και της Ηπείρου στο Βασίλειον της Ελλάδος.
Ο Ρωσσο-τουρκικός Πόλεμος του 1877-78   
Αλέξανδρος Κουμουνδούρος
Η Ρωσία μετά την ήττα της στον πόλεμο της Κριμαίας (1853-1856), επιθυμούσε διακαώς να αποκαταστήσει την επιρροή της στο χώρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Τον Δεκέμβριο του 1876, με αφορμή τον Σερβο-τουρκικό πόλεμο και τις επαναστάσεις στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στην Βουλγαρία, προκάλεσε σύσκεψη των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη. Οι εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων ζήτησαν από τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ την εφαρμογή διοικητικών μεταρρυθμίσεων,[1] προς όφελος των χριστιανικών πληθυσμών. Την 24η Απρ. 1877, μετά την απόρριψη του συμμαχικού διαβήματος, η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Στην Ελλάδα ένα μήνα μετά την έκρηξη του Ρωσο-τουρκικού πολέμου, κατόπιν εκκλήσεως του Βασιλέως Γεωργίου Α΄, σχηματίσθηκε οικουμενική κυβέρνηση υπό τον γηραιό ναύαρχο Κωνσταντίνου Κανάρη. Ο Ρώσος πρεσβευτής μας διεμήνυσε ότι ο Τσάρος Αλέξανδρος Β΄:
α. Θα έβλεπε ευπρόσδεκτα τυχόν επαναστατικά κινήματα στην Ήπειρο, Θεσσαλία, Κρήτη και Μακεδονία.
β. Δεν θα αναλάμβανε καμία δέσμευση σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου.
γ. Δεν θα αντιτίθετο σε προσαρτήσεις στο ελληνικό βασίλειο επαρχιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που θα απελευθερώνονταν από τον ελληνικό στρατό.
Η Αγγλία μας συνέστησε να παραμείνουμε αμέτοχοι στον πόλεμο, χωρίς όμως να μας εγγυηθεί ότι σε περίπτωση παροχής καθεστώτος αυτονομίας σε βουλγαρικές επαρχίες, θα απολάμβαναν της ιδίας μεταχειρίσεως και οι ελληνικές. Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να αναμιχθεί ενεργά στην σύρραξη και υποδαύλισε επαναστατικά κινήματα στις υπόδουλες περιοχές. Την 2α Φεβ. 1878, ενώ ο  ρωσικός στρατός είχε προελάσει νικηφόρα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, η Ελλάδα μετά από πολλές παλινωδίες εισέβαλε στην Θεσσαλία, χωρίς να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Την ίδια ώρα οι δύο εμπόλεμοι υπέγραφαν συνθήκη καταπαύσεως πυρός στην Αδριανούπολη. Ο ελληνικός στρατός προωθήθηκε μέχρι τον Δομοκό και στην συνέχεια επέστρεψε στην Λαμία.   
Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
Την 3η Μαρ. 1878, στο προάστιο Άγιος Στέφανος της οθωμανικής πρωτευούσης, οι δύο εμπόλεμοι υπέγραψαν «προκαταρκτική»[2] συνθήκη ειρήνης η οποία προέβλεπε:
α. Την ίδρυση ενός μεγάλου Βουλγαρικού Κράτους, δορυφόρου της Ρωσίας, στο οποίο διδόταν έξοδος στο Αιγαίο και περιελάβανε πολλές ελληνικές πόλεις (Σέρρες, Καβάλα, Έδεσσα, Φλώρινα, Καστοριά, Μοναστήρι).
β. Την κήρυξη της πλήρους ανεξαρτησίας της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Ρουμανίας με παράλληλη αύξηση της επικράτειάς των.
Η υπογραφή της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου προκάλεσε απόγνωση και οργή στους Έλληνες. Πολλοί την παρομοίασαν με την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Ελληνική Αντιπροσωπεία στο Συνέδριο του Βερολίνου
Το Συνέδριο του Βερολίνου
Οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης αντιτάχθηκαν στην διείσδυση της Ρωσίας στην βαλκανική και στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο ευρύτερα. Η Μεγάλη Βρετανία προτιμούσε τον σουλτάνο έρμαιο στα χέρια της, παρά να βρίσκεται υπό την αέναη απειλή των Ρώσων. Η Αυστρία απέκλειε την ίδρυση στα Βαλκάνια ενός μεγάλου σλαβικού, ή ελληνικού κράτους. Ο καγκελάριος της Γερμανίας πρίγκιπας Όττο Βίσμαρκ, φοβούμενος την έκρηξη ενός ευρωπαϊκού πολέμου, κάλεσε τις μεγάλες δυνάμεις σε συνέδριο στο Βερολίνο προκειμένου να αποκατασταθεί η διασαλευθείσα ισορροπία. Ευτυχώς για εμάς η σύγκληση του Συνεδρίου του Βερολίνου, μας έδωσε την ευκαιρία για την ακύρωση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και την πραγμάτωση των ελληνικών διεκδικήσεων. Η εκπροσώπηση της Ελλάδος ανατέθηκε στον Υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Δηλιγιάννη. 
Λέων Γαμβέττας
Την 17η Ιουνίου ο Δηλιγιάννης ανέγνωσε το ελληνικό υπόμνημα βάσει του οποίου αιτηθήκαμε την ενσωμάτωση στην Ελληνική επικράτεια της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Κρήτης. Η Μεγάλη Βρετανία χρησιμοποίησε τις ελληνικές διεκδικήσεις ως μοχλό πιέσεως κατά του Σουλτάνου προκειμένου να της παραχωρηθεί η Κύπρος. Μετά την ικανοποίηση του αιτήματος της, όχι μόνο σταμάτησε να μας υποστηρίζει, αλλά αντιτάχθηκε σε περαιτέρω αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μόνο χάριν στην επιμονή του Γάλλου πρωθυπουργού Λέοντος Γαμβέττα, περιλήφθηκε στην συνθήκη το 13ο Πρωτόκολλο το οποίο προέβλεπε: Τον επανακαθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων στο ύψος των ποταμών Πηνειού και Καλαμά, στην Θεσσαλία και την Ήπειρο αντιστοίχως, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών. Σε περίπτωση αδυναμίας συνεννοήσεως Υψηλής Πύλης και Ελλάδος θα μεσολαβούσαν για τη διευθέτηση των διαπραγματεύσεων οι χώρες που υπέγραψαν την συνθήκη. Την 2α Ιουλίου 1881, μετά από 3 χρόνια σκληρών διπλωματικών αγώνων, υπογράφηκε από την κυβέρνηση Αλέξανδρου Κουμουνδούρου[3] συμφωνία με την Τουρκία, με την οποία προσαρτήθηκε στην ελληνική επικράτεια η Θεσσαλία μέχρι τον ποταμό Πηνειό και ο νομός Άρτης.
Ελληνικές Αδυναμίες
Εις το συνέδριο του Βερολίνου επιβεβαιώθηκε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι το ισχυρότερο επιχείρημα στην διπλωματία αποτελεί η επίκληση του συμφέροντος και όχι του δικαίου. Η διπλωματία δεν συνιστά πράξη φιλανθρωπίας. Όταν επικαλούμεθα την βοήθεια άλλου κράτους, πρέπει να έχουμε την ικανότητα να πείθουμε για το κέρδος που θα αποκομίσει από την υποστήριξη που θα μας παράσχει. Σαν λαός αδυνατούμε να αποδεχθούμε αυτή την απλή αλήθεια. Φαντασιωνόμεθα το ανέφικτο και όταν δεν το επιτύχουμε, θρηνούμε και κατηγορούμε τους πάντες, αντί να αναρωτηθούμε τι δεν κάνουμε σωστά και γιατί δεν μπορούμε να πείσουμε.
Ο Κάρολος Ντίλκ (Charles Dilke), υφυπουργός εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου (1880-1882), είχε την άποψη ότι: «Ἡ βαθμιαία ὑποκατάσταση τῆς Τουρκίας ἀπό τὴν Ἑλλάδα θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι εὐπρόσδεκτη στοὺς Ἄγγλους. Μιὰ δύναμη τοῦ μέλλοντος ἀντὶ τοῦ παρελθόντος. Μιὰ δύναμη ἐμπορίου, παρὰ μιὰ δύναμη πολέμου. Εὐρωπαϊκή παρὰ Ἀσιατική, ἔντονα ἀνεξάρτητη, δημοκρατική, ναυτικὴ». Τρεις φορές κατά τον 20ο αιώνα είχαμε την ευκαιρία να πραγματοποιήσουμε αυτό που εξέφρασε ο Άγγλος πολιτικός.
α. Το 1920, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών.
β. Το 1945, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ήμασταν το μοναδικό κράτος της Βαλκανικής που παρέμεινε εκτός του «Σιδηρού Παραπετάσματος»[4].
γ. Το 1981, όταν ήμασταν το πρώτο κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης που έγινε αποδεκτό ως το 10ο μέλος της ΕΟΚ (Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος).
Το ότι δεν το πετύχαμε οφείλεται σε δικά μας σφάλματα και μόνο.  
Αντιστράτηγος ε.α. Ιωάννης Κρασσάς
Βιβλιογραφία
α. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε., Αθήνα 1977.
β. Σπύρου Β. Μαρκεζίνη, Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, ΠΑΠΥΡΟΣ ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε Αθήνα 1966.



[1] Οι μεταρρυθμίσεις αφορούσαν στην ίδρυση επαρχιακών συνελεύσεων με εκλεγμένους αντιπροσώπους, ίδρυση χωροφυλακής αποτελούμενη από χριστιανούς και μουσουλμάνους και διοικητή διορισμένο από την Υψηλή Πύλη, κατόπιν εγκρίσεως των μεγάλων δυνάμεων.
[2] Την ονόμασαν προκαταρκτική προκειμένου να καθησυχάσουν τις λοιπές ευρωπαϊκές δυνάμεις, οι οποίες όπως αναμενόταν, διαφώνησαν έντονα με τους όρους της συνθήκης.
[3] Αλ. Κουμουνδούρος (1815-1883.) Από τον κάμπο Μεσσηνίας της έξω Μάνης. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς της νεωτέρας Ελλάδος. Διετέλεσε 10 φορές πρωθυπουργός συνολικά επί 7,5 χρόνια. Επί πρωθυπουργίας διανεμήθηκαν 2,6 εκατομμύρια στρέμματα γης σε άκληρους αγρότες, μερίμνησε για την πολεμική προπαρασκευή της χώρας και την καταπολέμηση της ληστείας.
[4] Τον όρο «Σιδηρού Παραπέτασμα» χρησιμοποίησε ο Τσώρτσιλ για πρώτη φορά σε λόγο που εκφώνησε το Μάρτιο του 1946 στις ΗΠΑ, για να περιγράψει τις χώρες που βρισκόντουσαν υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Ενώσεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Οι απόψεις - τοποθετήσεις - σχόλια γίνονται με δική σας ευθύνη.