* Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου (www.eleftheria.gr)
Η σημερινή εικόνα είναι μία από τις λίγες που απεικονίζει και τα εννέα τόξα της μεγάλης λίθινης γέφυρας του
Αλκαζάρ. Ο φωτογράφος στάθηκε στην αρχή της σημερινής οδού Μητροπολίτου Δωροθέου για να αποτυπώσει ολόκληρο σχεδόν το μήκος της γέφυρας και την δυτική πλευρά του λόφου του Φρουρίου.
Αλκαζάρ. Ο φωτογράφος στάθηκε στην αρχή της σημερινής οδού Μητροπολίτου Δωροθέου για να αποτυπώσει ολόκληρο σχεδόν το μήκος της γέφυρας και την δυτική πλευρά του λόφου του Φρουρίου.
Για τον κατασκευαστή της γέφυρας αυτής είχαν διατυπωθεί παλαιότερα πολλές απόψεις. Πίστευαν ότι ήταν έργο των ύστερων βυζαντινών χρόνων. Σήμερα όμως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι την είχε ανεγείρει ο Χασάν μπέης, εγγονός του κατακτητή της Θεσσαλίας [1423] Τουρχάν μπέη. Επομένως πρέπει να χρονολογηθεί σαν κτίσμα του τέλους του 15ου αιώνα. Θεωρείται ότι ήταν η πρώτη γνωστή πέτρινη αμαξιτή γέφυρα του θεσσαλικού χώρου. Μέχρι τότε οι γέφυρες της περιοχής αυτής είχαν στενό οδόστρωμα με μεγάλη καμπύλη, το οποίο επέτρεπε μόνον την διακίνηση πεζών και μεμονωμένων ζώων μεταφοράς. Η γέφυρα της Λάρισας, ήταν μία από τις μεγαλύτερες και στατικά στερεότερες της χώρας. Είχε μήκος 120 μέτρα και πλάτος 4,5 μέτρα, το οποίο μόλις επέτρεπε με κάποια δυσκολία τη διασταύρωση δύο αμαξών. Εκτείνονταν επάνω σε εννέα τόξα. Πεζοδρόμια δεν υπήρχαν και στα πλάγια ο δρόμος περιχαρακώνονταν σε χαμηλό ύψος με βαριά λίθινα στηθαία, κατασκευασμένα από μεγάλες πλάκες, τοποθετημένες κάθετα. Η επιμελημένη κατασκευή που είχε η γέφυρα την κράτησε στερεή σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Μετά την απελευθέρωση της Λάρισας το 1881, η γέφυρα παρουσίαζε σε αρκετά σημεία σημαντικές φθορές. Ειδικά τα ογκώδη στηθαία είχαν χάσει τη σταθερότητά τους και οι μεταξύ των αρμοί είχαν χαλαρώσει επικίνδυνα. Η πρώτη επέμβαση που καταγράφεται στη γέφυρα αμέσως μετά την απελευθέρωση είναι η ενίσχυση των αρμών μεταξύ των στηθαίων. Επειδή η στενότητα της γέφυρας, η ανώμαλη από τον χρόνο επιφάνειά της και η έλλειψη πεζοδρομίων, δημιουργούσαν προβλήματα στην κυκλοφορία αμαξών και πεζών, ένα τάγμα μηχανικού του ελληνικού στρατού ανέλαβε το 1886 [1] να την διαπλατύνει και να την διορθώσει. Απομακρύνθηκαν τα ογκώδη πέτρινα στηθαία, εξομαλύνθηκε η ελαφρά καμπυλότητα της γέφυρας με νέο οδόστρωμα και αυξήθηκε σημαντικά το εύρος της με ισχυρές οριζόντιες μεταλλικές κατασκευές που τοποθετήθηκαν κατά διαστήματα σε ολόκληρο το μήκος της γέφυρας. Με τις βελτιώσεις αυτές δόθηκε η ευκαιρία να κατασκευασθούν εκατέρωθεν πεζοδρόμια και επιπλέον να γίνει ασφαλής η διασταύρωση αμαξών μέσα στη γέφυρα. Ισχυρά μεταλλικά κιγκλιδώματα σε σχήμα Χ τοποθετήθηκαν σαν στηθαία και από τις δύο πλευρές. Μάλιστα τόσο στην είσοδο, όσο και στην έξοδο της γέφυρας τα κιγκλιδώματα αυτά κατέληγαν σε παχιές μαρμάρινες στήλες όμορφα επεξεργασμένες, ενώ μπροστά τους υπήρχαν ψηλοί φανοστάτες, τούς οποίους άναβαν τις βραδινές ώρες για να φωτίζουν τον χώρο.
Το 1897, με την ευκαιρία του ελληνοτουρκικού πολέμου, πολλά ξένα περιοδικά και εφημερίδες δημοσίευσαν εικόνες της γέφυρας όπως την περιγράψαμε πιο πάνω. Ορισμένοι μάλιστα εντυπωσιάσθηκαν από την ομορφιά της, από τα σοφά τοποθετημένα ανακουφιστικά τόξα, από τις μεγάλες καλοδουλεμένες ορθογώνιες πέτρες και από την ισχυρή συνδετική ύλη [κουρασάνι] που χρησιμοποιήθηκε. Όσο για το τελευταίο αξίζει να αναφέρουμε ότι μέχρι πριν λίγα χρόνια βρίσκονταν στη ζωή εργάτες οι οποίοι δούλεψαν το 1946-48 στην απομάκρυνση των ερειπίων της γέφυρας. Όλοι αυτοί είχαν να λένε για την ανθεκτικότητα του συνδετικού υλικού, σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε ο τεμαχισμός της πέτρας ήταν γι’ αυτούς ευκολότερος από τον διαχωρισμό των αρμών. Αυτός εξ’ άλλου ήταν και ο λόγος που διατηρήθηκε η γέφυρα για σχεδόν 500 χρόνια απρόσβλητη στη φθορά του χρόνου, στις συχνές και καταστροφικές πλημμύρες και στις ισχυρές σεισμικές δονήσεις. Εξ’ άλλου είναι γνωστό ότι η τσιμεντένια γέφυρα που την αντικατέστησε μεταπολεμικά, στηρίχθηκε πάνω στα βάθρα της παλιάς πέτρινης γέφυρας, επειδή ακριβώς η θεμελίωσή της ήταν ισχυρή.
Σε αυτή τη μορφή έμεινε η γέφυρα μέχρι το 1907 περίπου. Τότε τα σιδερένια στηθαία σε σχήμα Χ που είχαν τοποθετηθεί το 1886 απομακρύνθηκαν και στη θέση τους κατασκευάσθηκαν μεταλλικά κάθετα κιγκλιδώματα σε πυκνή διάταξη, τα οποία και διατηρήθηκαν μέχρι την καταστροφή της.
Η ζωή της γέφυρας, η οποία συμπλήρωνε σχεδόν μισή χιλιετία από την κατασκευή της από τον Χασάν μπέη, έμελλε να διακοπεί αιφνιδιαστικά τη Μ. Εβδομάδα του 1941, όταν ένα μέρος της ανατινάχθηκε από τα βρετανικά στρατεύματα κατά την υποχώρησή τους, για να επιβραδυνθεί η προέλαση των Γερμανών. Κατά τη διάρκεια της κατοχής το χάσμα από την ανατίναξη γεφυρώθηκε από τους Γερμανούς πρόχειρα με ξύλινη κατασκευή. Τον Οκτώβριο του 1944,έπειτα από ισχυρή έκρηξη, επήλθε η ολοκληρωτική καταστροφή της γέφυρας από τα γερμανικά στρατεύματα που οπισθοχωρούσαν. Τότε ήλθε και το τέλος στη ζωή της γέφυρας που για αιώνες ήταν το σύμβολο της Λάρισας. Μια μακροχρόνια περίοδος της ιστορίας της κείτονταν σε ερείπια.
Με τα δεδομένα που αναφέραμε δεν είναι δύσκολη η χρονολόγηση της φωτογραφίας. Τα χιαστί κιγκλιδώματα αντικαταστάθηκαν το 1907, ο ναός του Αγ. Αχιλλίου ολοκληρώθηκε και αυτός το 1907. Επομένως και η φωτογραφία είναι της ίδιας περιόδου.
[1]. Παπασταύρου Αμαλία, Ημερολόγιον του πολέμου ανευρεθέν εν Λαρίσση, από 1-14 Απριλίου 1897, Αλεξάνδρεια (1897) σελ. 3: «... κατά την επιστρατείαν εκείνην (1886), το μόνον περιφανές έργον της ήτο η γέφυρα της Λαρίσσης, ήτις ηυξύνθη υπό του λόχου του μηχανικού επί στρατηγίας Σαπουντσάκη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Οι απόψεις - τοποθετήσεις - σχόλια γίνονται με δική σας ευθύνη.