Το πρωί της 18ης Οκτωβρίου 1944 η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με Πρωθυπουργό το Γεώργιο Παπανδρέου αποβιβαζόταν στο λιμάνι του Πειραιά και κατά τη μετάβασή της στην Αθήνα έτυχε θερμότατης υποδοχής από το Λαό των Αθηνών. Από το τρίτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1944 άρχισε η παρουσίαση των Ευελπίδων των Ιης και ΙΙας Τάξεων για συνέχιση της εκπαίδευσής των, που είχε διακοπεί από τον Ελληνο-Ιταλικό Πόλεμο και την επακολουθήσασα κατοχή. Με τη τοποθέτηση του Συνταγματάρχη Δημητρίου Σαρακατσάνη, ως Διοικητού της Σχολής, και άλλων Αξιωματικών, ως Διοικητικό και Εκπαιδευτικό προσωπικό και τη σταδιακή παρουσίαση και άλλων Ευελπίδων και παρουσίαση 70 Μονίμων Υπαξιωματικών για εκπαίδευση η δύναμη της Σχολής ανερχόταν την 3η Δεκεμβρίου 1944 σε 500 πολεμιστές. Η δύναμη αυτή είχε οργανωθεί σε 1ο και 2ο Λόχο Ευελπίδων και 3ο Λόχο Μονίμων Υπαξιωματικών, ως Εφεδρεία. Κατά της Σχολής επιτέθηκε η ΙΙ Ταξιαρχία του Α΄ Σώματος Στρατού δύναμης πλέον των 1.200 ανδρών.
ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΧΟΛΗΣ-ΔΙΑΤΙΘΕΜΕΝΑ ΜΕΣΑ-ΑΠΟΣΤΟΛΗ
Γύρω από τη Σχολή υπάρχουν τα υψώματα Τουρκοβούνια και οι λόφοι Ευελπίδων, Στρέφη και Φινοπούλου, που χρησιμοποιήθησαν ως βάσεις πυρός για τα όπλα υποστήριξης στις επιθέσεις κατά της Σχολής. Η Σχολή προστατευόταν από τον περιμετρικό μαντρότοιχο στις γωνίες του οποίου είχαν κατασκευασθεί από τα κατοχικά στρατεύματα για την ασφάλειά τους πολυβολεία από μπετόν. Εύκολα συμπεραίνεται ότι η Σχολή με την έναρξη της Μάχης των Αθηνών, όπως συνέβη αργότερα, είχε απομονωθεί και περικυκλωθεί από όλες τις κατευθύνσεις. Επομένως σε περίπτωση επίθεσης οι Ευέλπιδες έπρεπε να αμυνθούν μέχρις εσχάτων στηριζόμενοι στις ίδιες τις δυνάμεις τους, καθόσον δεν υπήρχε κανένα γειτονικό τμήμα για αλληλοϋποστήριξη. Το έδαφος προσφερόταν για κυρία κατεύθυνση επίθεσης από το μέρος της Κυψέλης, ήτοι από βορειοανατολικά, γιατί εκεί υπήρχε κατάλληλος χώρος ανάπτυξης των επιτιθεμένων τμημάτων, κάλυψη στις κινήσεις τους από τις προσφυγικές κατοικίες και άριστη υποστήριξη από τις βάσεις πυρός των γύρω υψωμάτων.
Κατά τη μάχη, εκτός του ατομικού οπλισμού και περιορισμένου αριθμού χειροβομβίδων, οι αμυνόμενες δυνάμεις διέθεταν μικρό αριθμό οπλοπολυβόλων, πολυβόλων, αντιαρματικών και όλμων, ενώ υποστήριξη είχαν από 2-3 ελαφρά άρματα και πολεμικά αεροσκάφη της Βρετανίας. Αντίθετα οι Μονάδες του ΕΛΑΣ διέθεταν επαρκή αριθμό χειροβομβίδων, πολυβόλων, αντιαρματικών και πυροβόλων.
Η αποστολή των Ευελπίδων από ειρηνική προς συνέχιση της εκπαίδευσής τους, που είχε διακοπεί λόγω του πολέμου και της κατοχής, έγινε πολεμική για άμυνα μέχρις εσχάτων, κάτω από δύσκολες συνθήκες ανεφοδιασμού, κυρίως σε πυρομαχικά. Το ηθικό των αμυνομένων ήταν το καλύτερο και αποτελεσματικότερο όπλο τους, γιατί υπερασπίζονταν το πνευματικό τους σπίτι, τη Σχολή τους, την «Εθνική Εκκλησία».
ΕΠΙΘΕΣΗ ΙΙας ΤΑΞΙΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ.
Πρώτη Φάση: 4-8 Δεκεμβρίου 1944.
Ένας από τους αντικειμενικούς σκοπούς του ΕΛΑΣ ήταν και η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Οι Στρατιωτικοί Διοικητές και Καπεταναίοι του ΕΛΑΣ αδιαφορούσαν ότι θα σκοτώνονταν Έλληνες υποψήφιοι Αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, που θα ανασυγκροτείτο μετά την κατοχή, εναντίον παιδιών στην πλειονότητα αγροτών και εργατών. Εάν υπολόγιζαν τα αμούστακα αυτά παιδιά τόσο πολύ θα μπορούσαν με πυρά να απαγορεύουν την έξοδό τους από τη Σχολή. Εξάλλου δεν υπήρχε σχέδιο της κυβέρνησης για εμπλοκή των Ευελπίδων σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις.
Η Σχολή με τη Διοίκηση και το Επιτελείο της, το Τάγμα Ευελπίδων των δύο Λόχων και το Λόχο των Μονίμων Υπαξιωματικών, είχε εγκατασταθεί αμυντικά στις εγκαταστάσεις της και στα πολυβολεία, μετά τα αιματηρά γεγονότα της 3ης Δεκεμβρίου 1944. Αν και βρίσκονταν σε αυστηρή επιφυλακή συνέχιζαν την εκπαίδευσή τους, αποφεύγοντας να προκαλούν. Μέχρι τη νύκτα της 5ης Δεκεμβρίου η δραστηριότητα των τμημάτων του ΕΛΑΣ συνίστατο στην εκπομπή περιπόλων αναγνωρίσεων στον πέριξ της Σχολής χώρο και την εκδήλωση πυρών πολυβόλων και όλμων από τα γύρω υψώματα και λόφους. Η νυκτερινή επίθεση της 5ης Δεκεμβρίου, αλλά και των επομένων ημερών απέτυχαν παταγωδώς. Παράλληλα συνεχίστηκαν η εκπομπή περιπόλων αναγνωρίσεως και μάχης και η εκτόξευση πυρών από τις βάσεις. Σε μια εμπλοκή μάλιστα μικτής (Ευέλπιδες-Βρετανοί) περιπόλου της Σχολής με αντίστοιχο εχθρική φονεύθηκε Βρετανός στρατιώτης και με αρκετές απώλειες στους επιτιθέμενους.
Δεύτερη Φάση: 9-11 Δεκεμβρίου 1944.
Μετά την αποτυχία των επιθέσεων κατά τις προηγούμενες ημέρες, που προκάλεσαν ανησυχία στο ΚΚΕ-ΕΑΜ, το Α΄ Σώμα Στρατού, με Καπετάνιο το Νέστορα (Σπύρο Κωτσάκη), το οποίο είχε την ευθύνη των επιχειρήσεων στο Λεκανοπέδιο της Αττικής, την 01.15 ώρα της 9ης Δεκεμβρίου εξέδωσε διαταγή επιχειρήσεων, η οποία καθόριζε: «Η ΙΙα Ταξιαρχία θα επιτεθεί δια των δυνάμεών της προς εξουδετέρωσιν και εκμηδένισιν των αντιστάσεων της Σχολής Ευελπίδων και των περί αυτήν οικημάτων, ενισχυομένη με ένα Τάγμα του Συντάγματος Πειραιώς. Να χρησιμοποιήση όλμους, πυροβόλα, απόσπασμα καταστροφών και παν έτερον δι΄ εμπρησμόν ή ανατίναξιν μέσον. Πιθανώς θα της διατεθεί και ουλαμός αντιαρματικών πυροβόλων και πυρά πυροβολικού. Ώρα επιθέσεως η 6η πρωινή της 9/12/44.» Σε εκτέλεση της διαταγής αυτής η ΙΙα Ταξιαρχία, με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Παναγιώτη Γιακουμέλο, εκπαιδευτή και καθηγητή των Ευελπίδων προ του πολέμου, με την υποστήριξη πυρών πολυβόλων, όλμων και πυροβόλων, εκτόξευσε σφοδροτάτη επίθεση, χωρίς αποτέλεσμα. Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν και τις δύο επόμενες ημέρες (10 και 11 Δεκεμβρίου) με ιδιαίτερη σφοδρότητα, χωρίς να επιτευχθεί η εκπόρθηση και η κατάληψη της Σχολής, παρά την συνεχή εμπλοκή ανέπαφων Μονάδων. Κατά τις επιθέσεις έγινε χρήση μεγαφώνων και χωνιών για διεξαγωγή ψυχολογικών επιχειρήσεων προς τους αμυνομένους. Σκηνές απαράμιλλου ηρωισμού διαδραματίσθηκαν σε κάθε σημείο του περιμαντρωμένου περίγυρου της Σχολής. Σημαντική στον αμυντικό αγώνα της Σχολής ήταν και η συμβολή των πυρών των αρμάτων και των μαχητικών αεροσκαφών της Βρετανίας κατά χρονικά διαστήματα.
Στις 10.00 ώρα της 10ης Δεκεμβρίου ο Υπολοχαγός Αθανάσιος Ράντος αμυνόμενος σε ένα πολυβολείο με τη χρήση οπλοπολυβόλου και χειροβομβίδων κτυπήθηκε με αντιαρματικό βλήμα, που σχεδόν κατεδάφισε το πολυβολείο. Πρώτος προσέτρεξε ο αδελφός του, Εύελπις ΙΙας Τάξεως Κωνσταντίνος Ράντος, που μπροστά στο θέαμα υπέστη κλονισμό. Κατά τις ημέρες εκείνες συνέβησαν και τραυματισμοί και άλλων αμυνομένων, χωρίς σοβαρές συνέπειες. Από την Ημερήσια Διαταγή της Σχολης της 10ης Δεκεμβρίου 1944 για τον ηρωικό θάνατο του Υπολοχαγού Αθανασίου Ράντου διαβάζουμε: «Ο Υπολοχαγός Ράντος Αθανάσιος έπεσε σήμερον ηρωικώς μαχόμενος εντός της επάλξεως και του προμαχώνος της Σχολής, κρατώντας εις τας χείρας του το οπλοπολυβόλον της Διμοιρίας του. Έπεσεν αμυνόμενος εναντίον απροκλήτου και εθνοκτόνου επιθέσεως. Εις το Αλβανικόν μέτωπον διεκρίθη εις ενθουσιώδη και παραδειγματικήν δράσιν, αποσπάσας την εμπιστοσύνην των υπ΄αυτόν, την ευαρέσκειαν των προϊσταμένων του και ετιμήθη δια του πολεμικού παρασήμου ανδρείας και Στρατιωτικής Αξίας.... Κατά των στασιαστών, ώρθωσεν ολοψύχως τον ευγενή και γενναιόφρονα ψυχικόν του κόσμον και καθηγίασε δια της θυσίας του την πίστιν εις τα άσπιλα εθνικά και εκπολιτιστικά ιδεώδη της Πατρίδος μας. Η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, φορεύς των αγνοτέρων παραδόσεων, σφυρηλάτις και εμψυχώτρια των νεανικών καρδιών των προορισμένων δια την άμυναν των εθνικών ορίων και των εθνικών αξιών του Ελληνικού πολιτισμού, εκφράζει βαθείαν ευγνωμοσύνην εις το αντάξιον και επίλεκτον τέκνον αυτής πεσόν ενδόξως εις αυτάς ταύτας τας επάλξεις της.
Αξιωματικοί, Ευέλπιδες και Υπαξιωματικοί, Υποκλιθώμεν ευλαβώς προ του σκηνώματος του ηρωικού Υπολοχαγού Ράντου Αθανασίου και ας μείνει η μνήμη του εν τω χωρώ τούτω της εθνικής αγωγής και παιδείας, το σύμβολον της ανδρείας και της τιμής και του προμάχου των παραδόσεων του εθνικού τούτου Τεμένους.»
ΕΚΚΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1944 η κατάσταση στην Αθήνα, αλλά και σ΄ολόκληρη την Αττική, ήταν κρίσιμη. Τόσο τα κυβερνητικά τμήματα (Στρατός, Χωροφυλακή, Αστυνομία Πόλεων κ.α.), όσο και τα Βρετανικά είχαν αντιμετωπίσει κατά τη διαρρεύσασα εβδομάδα ( 4-11 Δεκεμβρίου) καταστάσεις εξαιρετικά επικίνδυνες. Οι απώλειες τους από τις συνεχείς άνισες μάχες ήταν οδυνηρές. Κατά τη δραματική σύσκεψη τη νύκτα της 11/12ης Δεκεμβρίου μεταξύ των άλλων αποφασίσθηκε η έγκαιρη σύμπτυξη προς το κέντρο της πρωτεύουσας όλων των ενόπλων τμημάτων και των μέσων υποστήριξης. Μετά την απόσυρση από τη Σχολή των 2-3 Βρετανικών αρμάτων σε συνδυασμό και με τα προβλήματα του ανεφοδιασμού των πολιορκουμένων, ιδίως σε πυρομαχικά, αποφασίσθηκε η εκκένωση των εγκαταστάσεων της Σχολής Ευελπίδων, γιατί η παραπέρα παραμονή των αμυνομένων στη Σχολή, μετά την πλήρη απομόνωσή της και την αδυναμία υποστήριξης της, εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους στη ζωή τους, ενώ δεν προσέφερε και καμιά τακτική ωφέλεια στη Μάχη των Αθηνών.
Για την αποχώρηση των Αξιωματικών, των Ευελπίδων και των Μονίμων Υπαξιωματικών από τις εγκαταστάσεις της Σχολής διατέθησαν Βρετανικά οχήματα Γενικής Χρήσης και άρματα. Η εκκένωση πραγματοποιήθηκε τις απογευματινές ώρες της 12ης Δεκεμβρίου. Κατά τη διάρκεια της επιβίβασης στα οχήματα, που είχαν σταθμεύσει εντός της Σχολής σε απυρόβλητο μέρος, βλήθηκε από αδέσποτη σφαίρα από κάποιο κενό μεταξύ των κτιρίων ο Εύελπις Ιης Δημήτριος Πούλος, ο οποίος αργότερα υπέκυψε στα τραύματά του. Οι Αξιωματικοί, οι Ευέλπιδες και οι Μόνιμοι Υπαξιωματικοί μεταφέρθηκαν στα Παλαιά Ανάκτορα (Σημερινή Βουλή) και ακολούθως τοποθετήθηκαν στα συγκροτούμενα Τάγματα Εθνοφυλακής. Από την Ημερήσια Διαταγή της Σχολής της 12ης Δεκεμβρίου 1944 διαβάζουμε:
«Ο Εύελπις Πούλος Δημήτριος εισελθών μετά την απελευθέρωση της Πατρίδος από τον βάρβαρον κατακτητήν εις την Σχολήν προς συνέχισιν των σπουδών του, διεκρίθη διά το ήθος, την δραστηριότητα και την πειθαρχία προς τους ανωτέρους του και εξετιμήθη παρά των συμμαθητών του, ως καλός και αγαπητός συνάδελφος. Κατά την ημέραν της απροκλήτου επιθέσεως των Ελασιτών κατά της Σχολής, εστάθη πρόμαχος και υπερασπιστής των ιστορικών ιδεών και παραδόσεων αυτής.
Διακριθείς δε διά την ανδρείαν και θάρρος, το οποίον επέδειξε κατά την στάσιν, έπεσε μαχόμενος επί των επάλξεων του ιερού τούτου τεμένους, ως αντάξιος των υπέρ Πίστεως και Πατρίδος πεσόντων Ευελπίδων, ακολουθήσας το παράδειγμα της υπέρτατης αυτών θυσίας, ως θεματοφύλαξ της ιεράς διά του αίματός του παρακαταθήκης.»
Όπως προκύπτει από τα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, όταν εκκενώθη από τους υπερασπιστές η Σχολή, οι άνδρες των τμημάτων του ΕΛΑΣ εισήλθαν και κατέστρεψαν πολύτιμα ιστορικά κειμήλια, που υπήρχαν στο Μουσείο, τα οποία ακόμα και οι κατακτητές είχαν σεβασθεί. Λεηλάτησαν επίσης τη βιβλιοθήκη και τα αρχεία της Σχολής. Βρήκαν μάλιστα τις στολές των Ευελπίδων των διαφόρων εποχών, που φυλάσσονταν στο Μουσείο, καθώς και άλλες στην αποθήκη ιματισμού, τις οποίες φόρεσαν στην παρέλαση, για να γιορτάσουν τη νίκη, όπως έγραψε ο Β. Μπαρτζιώτας, ο γνωστός Φάνης, στο βιβλίο του «Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944». Ο Δημήτριος Δημητρίου, Καπετάνιος Νικηφόρος, Εύελπις ΙΙΙης Τάξεως, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος του 1940, αναγκάσθηκε να διατάξει έναν μάγειρα Ελασίτη, που φορούσε τη στολή του Ευέλπιδος να τη βγάλει και να μην τολμήσει να την ξαναφορέσει.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΩΝ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ.
Η Μάχη της Σχολής Ευελπίδων, που κράτησε οκτώ ημερόνυκτα, από τη 4η μέχρι την 11η Δεκεμβρίου 1944, έχει βαρύνουσα σημασία στην έκβαση της ευρύτερης Μάχης των Αθηνών για τους εξής κυρίως λόγους:
1. Απέδειξε ότι ο ΕΛΑΣ δεν ήταν αήττητος, όταν αντιμετώπιζε τμήματα καλά εκπαιδευμένα, διοικούμενα από έμπειρα και ικανά στελέχη, παρότι ήταν μικρότερα σε δύναμη και διέθεταν κατώτερο σε ισχύ οπλισμό.
2. Η απασχόληση επί μία εβδομάδα αξιόμαχων δυνάμεων του ΕΛΑΣ για την εκπόρθηση της Σχολής στέρησε τη χρησιμοποίηση των σε άλλους τομείς, όπου χρειάζονταν περισσότερο, πριν φθάσουν οι Βρετανικές ενισχύσεις από την Ιταλία.
3. Οι Ευέλπιδες στη Μάχη της Κρήτης το Μάιο του 1941 και στη Μάχη των Αθηνών το Δεκέμβριο του 1944 δικαίωσαν το όνομα << Ευέλπιδες >>, που έδωσε ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας, ο ιδρυτής και πατέρας της Στρατιωτικής Σχολής στους μαθητές αυτής.
4. Η πατρίδα οφείλει πολλά στη Μάχη της Σχολής, παρότι δεν έχει δοθεί μεγάλη έμφαση και δημοσιότητα, όπως σ΄εκείνη του ηρωικού Συντάγματος Μακρυγιάννη. Ίσως δεν έχει εκτιμηθεί, όσο θα άξιζε, η τακτική και ψυχολογική σημασία της μάχης αυτής στην ήττα του ΕΛΑΣ, κατά τις πρώτες ημέρες της Μάχης των Αθηνών.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ.
Οι νεαροί Ευέλπιδες, οι μαχητές της Μάχης της Κρήτης, και οι Αξιωματικοί τους και οι Μόνιμοι Υπαξιωματικοί πολέμησαν γενναία στη Μάχη των Αθηνών. Κανένας δεν γονάτισε προ της καταφανούς τακτικής, αριθμητικής και οπλικής υπεροχής των Μονάδων του ΕΛΑΣ. Κανένας δεν λιποψύχησε. Όλοι στάθηκαν ακλόνητοι στις επάλξεις της περικυκλωμένης και απομεμονωμένης Σχολής. Αγνόησαν το θάνατο υπακούοντες στις εντολές της νόμιμης Κυβέρνησης και στη δυνατή φωνή της Δημοκρατίας και της Πατρίδας. Δεν εγκατελειψαν τη Σχολή στις 12 Δεκεμβρίου, αλλά αποχώρησαν για να συνεχίσουν τον αγώνα από άλλο μετερίζι, στη σκληρή δοκιμασία της χώρας το Δεκέμβριο του 1944.
Γράφει ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας.
ΠΗΓΕΣ.
1. Αναμνήσεις ενός Ευέλπιδος του ΄40 του Υποστρατήγου Γεωργίου Μπερδεκλή.
2. Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης του Δημητρίου Δημητρίου( Νικηφόρου ).
3. Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944 του Βασιλείου Μπαρτζιώτα( Φάνης ).
4. Αγώνες και θυσίες των Ευελπίδων του Στρατηγού Χρήστου Φωτοπούλου.
5. Η Μάχη των Αθηνών του Στρατηγού Θρασυβούλου Τσακαλώτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Οι απόψεις - τοποθετήσεις - σχόλια γίνονται με δική σας ευθύνη.