papaparisis
---> Η ανάρτηση απόψεων και άρθρων δεν σημαίνει και υιοθέτηση των αναγραφομένων. <----

2016-08-04

Η ΕΓΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΕΤΥΧΕ ΑΛΛΑ Ο ΑΣΘΕΝΗΣ ΑΠΕΒΙΩΣΕ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Του Επισμηναγού (Ι) ε.α. Γεωρ. Β. Κασσαβέτη / Μέλους του Δ.Σ. – τ. Δ/ντος Συμβούλου ΕΑΑΑ
Τη σχετική λαϊκή ρήση μας έφερε στη μνήμη η καταστολή του οπερετικού στρατιωτικού  κινήματος της 15ης Ιουλίου στην γειτονική Τουρκία. Διότι ναι μεν η απόπειρα καταλύσεως της Δημοκρατίας υπό των στασιαστών αξιωματικών κατεστάλη εν τη γενέσει της, με τίμημα 300 νεκρούς, 1.500 τραυματίες και 15.000 συλλήψεις, αλλά η δημοκρατία δεν διασώθηκε. Και πως άλλωστε να διασωθεί, αφού είχε ήδη καταλυθεί από τους πολιτικούς, υποτίθεται, υπηρέτες της. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Αποτελεί κοινό τόπο ότι στην Τουρκία, εφαρμόζεται ένα ιδιότυπο είδος δημοκρατίας, όχι δηλαδή ότι και στη χώρα μας εφαρμόζεται η αυθεντική της εκδοχή, όπως την οραματίστηκαν οι σοφισταί και την υλοποίησε ο Περικλής. Προφανώς ένας βάρβαρος λαός έχων τις ρίζες του στα βάθη της Ασίας δεν μπορεί να κυβερνηθεί με απόλυτη δημοκρατία. Έτσι καθ’ όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την απόλυτη εξουσία ασκούσε ο Σουλτάνος, μετά δε την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο Μουσταφά Κεμάλ.
Τα πράγματα άλλαξαν άρδην μετά την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, οπότε η Τουρκία ως μέλος της δυτικής κοινωνίας θα έπρεπε να υιοθετήσει το κοινοβουλευτικό σύστημα. Φυσικά με την εφαρμογή του κοινοβουλευτισμού η εξουσία τυπικά μεν περιήρχετο  στο κυβερνών κόμμα, πλην ο ρόλος του θεματοφύλακα του καθεστώτος ανετίθετο στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, οι οποίες από την εποχή του Κεμάλ έχαιραν σεβασμού και εκτιμήσεως από τον τουρκικό λαό. Το μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής κοινωνίας, αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου έβλεπαν τους Αξιωματικούς ως εγγυητές του κοσμικού κράτους, το οποίο δημιούργησε ο Κεμάλ. Αυτός κατά πολλούς είναι ο λόγος για τον οποίο δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση του λαού, όταν οι Ένοπλες Δυνάμεις ανέτρεψαν τις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις της Τουρκίας το 1960, το 1971 και το 1980.
Γεννάται όμως το ερώτημα. Τι άλλαξε τα τελευταία χρόνια, ώστε να μεταστραφεί το κλίμα εις βάρος των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, σε σημείο ο λαός να  αναλάβει την προάσπιση της στοιχειώδους αυτής δημοκρατίας, καταστέλλοντας το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και διαπομπεύοντας στους δρόμους τους πραξικοπηματίες στρατιωτικούς; Η απάντηση  βρίσκεται στις επόμενες γραμμές. Η συντριπτική πλειοψηφία του τουρκικού λαού, ως φαίνεται, δεν ενδιαφέρεται για την ποιότητα της δημοκρατίας, αλλά για την ποιότητα της θρησκευτικής της δραστηριότητος. Και ο κ. Ταγίπ  Ερντογάν είχε μεριμνήσει σχετικά από το 2002, αφ’ ότου δηλαδή ανέλαβε την εξουσία. Με τη βοήθεια του αδελφάτου του τότε φίλου του Γκιουλέν, του οποίου τώρα ζητεί την κεφαλή του επί πίνακι, έθεσε την κρατική εξουσία υπό τον απόλυτο έλεγχό του, περιόρισε τις «άχρηστες» στο λαό δημοκρατικές ελευθερίες και του έδωσε αντίστοιχες θρησκευτικές, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα δύο στόχους. Την συρρίκνωση του κοσμικού κράτους και τον περιορισμό του ελέγχου του κρατικού μηχανισμού από τη Δικαιοσύνη και τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας.
Ούτως όμως εχόντων των πραγμάτων γεννάται ένα δεύτερο ερώτημα. Ποιος ήταν ο λόγος ο οποίος ώθησε τους στρατιωτικούς να επιχειρήσουν την ανατροπή ενός τόσο δημοφιλούς στο λαό πολιτικού ηγέτη, αυτή μάλιστα τη χρονική στιγμή; Προφανώς κανείς δεν γνωρίζει επακριβώς τι είχαν στο μυαλό τους οι στασιαστές. Μια εξήγηση όμως δίδουν τα εξής γεγονότα. Τα τελευταία χρόνια υπήρχε μια παρατεταμένη κρίση στις Αμερικανο- Τουρκικές σχέσεις. Βασική αιτία ήταν ότι οι Κούρδοι της Συρίας, οι οποίοι  συνεπεία του αποτελεσματικού αγώνα τους εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, είχαν κερδίσει τη συμπάθεια των Αμερικανών, η οποία εξεδηλούτο ποικιλοτρόπως.
Εκείνο όμως που εξόργιζε το Ερντογάν δεν ήταν αυτή καθεαυτή η συμπάθεια του κ. Ομπάμα προς τους Σύριους Κούρδους, αλλά ότι αυτή ενδεχομένως να αποτελούσε πρόκριμα της δημιουργίας ενός δευτέρου Κουρδικού Κράτους στη Συρία, μετά το προηγούμενο στο Ιράκ, οπότε  θεωρείτο βεβαία η δρομολόγηση και του τρίτου, εντός του εδάφους της Τουρκίας. Ενδεικτικά της κρίσεως στην οποία είχαν περιέλθει τελευταία οι Αμερικανο-Τουρκικές σχέσεις είναι και τα εξής. Από τον περασμένο Μάρτιο υπήρχαν αμερικανικά δημοσιεύματα, τα οποία εμμέσως πλην σαφώς ωθούσαν σε πραξικόπημα, το ενδεχόμενο του οποίου εθεωρείτο τόσο βέβαιο στις ΗΠΑ, ώστε οι υπηρετούντες στην Αεροπορική Βάση του Ιντσιρλίκ Αμερικανοί Αξιωματικοί, φοβούμενοι ένα τέτοιο ενδεχόμενο, είχαν αποστείλει τις  οικογένειές τους στις ΗΠΑ. Συνεπώς όταν ο κ. Ερντογάν κατηγορεί  ως υποκινητή του πραξικοπήματος τον Γκιουλέν, εμμέσως πλην σαφώς φωτογραφίζει την Ουάσιγκτον.
Βασική αιτία λοιπόν της προσπάθειας ανατροπής του κ. Ερντογάν από τους στρατιωτικούς ήταν αφ’ ενός μεν η σταδιακή αφαίρεση του ρόλου του θεματοφύλακα του καθεστώτος από τις Ένοπλες Δυνάμεις και ο περιορισμός της επιρροής των Αξιωματικών στον κρατικό μηχανισμό, αφ’ ετέρου δε τα ανοίγματα προς τη Ρωσία και η επιδείνωση των παραδοσιακών καλών σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Το τελευταίο μάλιστα καθόρισε και το timing του εγχειρήματος, διότι οι στασιαστές πίστευαν ότι στην παρούσα συγκυρία θα είχαν την συμπαράσταση των Αμερικανών. Που να φαντασθούν οι δυστυχείς ότι θα εύρισκαν απέναντί τους τον άλλοτε σύμμαχό τους τουρκικό λαό .
Ούτως όμως ή αλλέως, είτε από σφάλματα σχεδιάσεως, είτε από αντίστοιχα κατά την εκτέλεση, το πραξικόπημα απέτυχε. Και πώς να πετύχει άλλωστε, όταν ακόμη και οι δόκιμοι πραξικοπηματίες γνωρίζουν ότι πραξικοπήματα στις εννέα η ώρα το βράδυ δεν γίνονται. Ανεξαρτήτως όμως της έκβασής του οι απανταχού «δημοκράτες» ας μην σπεύσουν να πανηγυρίσουν για τη δήθεν νίκη της δημοκρατίας, διότι στην Τουρκία, είτε με τους πραξικοπηματίες στρατιωτικούς, είτε με τους κατ’ επίφαση δημοκράτες πολιτικούς, δημοκρατία ούτε υπήρχε, κι ούτε επρόκειτο να υπάρξει. Κι αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί και πολύ τη συντριπτική πλειοψηφία του τουρκικού λαού. Αυτή περισσότερο ενδιαφέρεται για τη διατήρηση της «θρησκευτικής μαντήλας» , παρά για τα «προϊόντα» της δημοκρατίας.
Το τελευταίο ερώτημα το οποίο εγείρεται εν προκειμένω είναι το εξής. Η αποτυχία του πραξικοπήματος είναι επ’ ωφελεία της ειρήνης στην περιοχή και του τουρκικού λαού, ή θα δημιουργήσει εντάσεις με πρώτο αποδέκτη τη χώρα μας, η οποία μαστιζόμενη από την οικονομική κρίση δεν αντέχει άλλα προβλήματα; Από την μέχρι τώρα εμπειρία γνωρίζουμε ότι τα προηγηθέντα επιτυχή πραξικοπήματα στην Τουρκία δεν δημιούργησαν ένταση στην περιοχή, δεν περιόρισαν περαιτέρω τις ήδη περιορισμένες δημοκρατικές ελευθερίες του τουρκικού λαού και τέλος οι κινηματίες δεν επεχείρησαν να  διατηρήσουν την εξουσία επί μακρόν.
Δεν έχουμε την εμπειρία άλλου αποτυχόντος πραξικοπήματος στην Τουρκία, αλλά απ’ τις πρώτες ενδείξεις ευθέως προκύπτει, ότι ο κ. Ερντογάν το είδε ως  ευκαιρία για να δημιουργήσει ένα πλέον αυταρχικό θεοκρατικό κράτος, στο οποίο θα ασκεί εξουσίες Σουλτάνου. Οι 13.500 συλλήψεις, οι 2750 απολύσεις δικαστικών, οι 1700 αποστρατείες ανωτάτων και ανωτέρων Αξιωματικών, οι αθρόες επίσης απολύσεις  εκπαιδευτικών και η απειλή της επαναφοράς της θανατικής ποινής, αφ’ ενός μεν καταδεικνύουν την αυταρχικότητα του νέου προσώπου του κ. Ερντογάν, αφ’ ετέρου δε ότι η Τουρκία εγκαταλείπει οριστικά τη δημοκρατική Δύση και οδεύει προς τη φυσική της θέση, ήτοι το άγριο Ισλάμ.
Τελειώνοντας θεωρούμε σκόπιμο να τονίσουμε ότι η Τουρκία σε αυτή τη χρονική συγκυρία έχει να αντιμετωπίσει σωρεία προβλημάτων, με πρώτο και κύριο το οικονομικό. Η τουρκική οικονομία, η οποία για αρκετά χρόνια είχε ρυθμούς αναπτύξεως άνω του 5%, σήμερα έχει πέσει στο 1%. Η γειτνίαση με την επί χρόνια εμπόλεμη Συρία της δημιουργεί δυσεπίλυτα προβλήματα, με κυριότερο το μεταναστευτικό. Το κουρδικό επίσης παραμένει το υπ’ αριθμ. 1 διαχρονικό ζήτημα για την τουρκική ηγεσία. Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, νέος πονοκέφαλος για τον Νέο-Σουλτάνο της Τουρκίας είναι ότι τώρα έχει πλέον απέναντί του την άρχουσα τάξη της τουρκικής κοινωνίας, ήτοι τους στρατιωτικούς, τους δικαστικούς και τους εκπαιδευτικούς.
Κλείνοντας, πρέπει επίσης να τονίσουμε ότι το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, ανεξάρτητα από την έκβασή του, επέφερε ένα καίριο διχαστικό ρήγμα στην τουρκική κοινωνία, το οποίο δεν πρόκειται να κλείσει εύκολα. Η αποτυχία του πραξικοπήματος, δυστυχώς για τη γειτονική χώρα, δεν σημαίνει νίκη της δημοκρατίας, αλλά νίκη του Ισλαμισμού. Ήδη οι 85.000 Ιμάμηδες οι οποίοι κάλεσαν τον τουρκικό λαό να βγει στους δρόμους και να αντισταθεί στους στασιαστές έχουν γίνει σημαντικοί πολιτικοί παράγοντες, φυσικά με το αζημίωτο. Πως θα τους αντιμετωπίσει όλους αυτούς λοιπόν ο κ. Ερντογάν, αν αύριο απαιτήσουν την εφαρμογή ενός άκρατου Ισλαμικού Ριζοσπαστισμού; Με το διχασμένο και πληγωμένο στρατιωτικο-δικαστικό κατεστημένο;
Αλλά και πέραν αυτού, με δεδομένο ότι στο πρόβλημα της Συρίας, εκτός της Ρωσίας και των ΗΠΑ, εμπλέκεται τώρα και η Κίνα, στέλνοντας 5.000 άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων του Κινεζικού Λαϊκού Στρατού, η Τουρκία θεωρείται και για τις τρείς μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου, εχθρική χώρα. Θα μπορέσει ο κ. Ερντογάν να αντέξει αυτή την απομόνωση, όταν ήδη η Αμερική τον απείλησε ότι αν επαναφέρει τη θανατική ποινή, θα αποβάλλει την Τουρκία από το ΝΑΤΟ;
Πιστεύουμε ότι το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου στην Τουρκία, ανεξάρτητα από την έκβασή του, πέραν των προαναφερθέντων, σήμανε την αμφισβήτηση της παντοδυναμίας του κ. Ερντογάν και δρομολόγησε την αποπομπή του από την εξουσία. Ερώτημα παραμένει πως θα διαχειριστεί ο ίδιος την εκρηκτική αυτή εσωτερική και εξωτερική κατάσταση. Ας ελπίσουμε ότι στην απέλπιδα προσπάθειά του να διατηρηθεί στην εξουσία, δεν θα ακολουθήσει την πεπατημένη όλων των τουρκικών κυβερνήσεων, εξάγοντας τα εσωτερικά του προβλήματα στο εξωτερικό. Διότι σε αυτή την περίπτωση η χώρα μας θα έχει σοβαρότατο πρόβλημα. Αυτό καλό είναι να το έχει υπ’ όψη του ο υπεύθυνος του στρατηγικού σχεδιασμού του πρωθυπουργικού γραφείου κ. Καρανίκας, ώστε να καταστρώσει αναλόγως την υψηλή στρατηγική του, προκειμένου να μη βρεθούμε προ εκπλήξεων…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Οι απόψεις - τοποθετήσεις - σχόλια γίνονται με δική σας ευθύνη.